Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δέχτηκε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων Πακιστανού πρόσφυγα που κρατείται στη Λέσβο και ζητεί από την Ελληνική Κυβέρνηση να απέχει από την απομάκρυνσή του από την Ελλάδα.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, εφαρμόζοντας το άρθρο 39 του Κανονισμού του, εμποδίζει την επανεισδοχή του Πακιστανού πρόσφυγα στην Τουρκία μέχρι την εξέταση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, που έχει κατατεθεί στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Μυτιλήνης κατά της εκτέλεσης της απόφασης επανεισδοχής του στην Τουρκία.
Η υπόθεση, που υποστηρίχθηκε από την Νομική Υπηρεσία του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ), αφορά τον Α.Α. Πακιστανό πρόσφυγα, μέλος της θρησκευτικής μειονότητας Αχμάντι, του οποίου το αίτημα ασύλου απορρίφθηκε σε δεύτερο βαθμό, κατά πλειοψηφία, από τις Επιτροπές Προσφυγών που ιδρύθηκαν το καλοκαίρι του 2016. Σημειώνεται ότι το υποδεικνυόμενο από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες μέλος της Επιτροπής, μειοψήφησε τεκμηριώνοντας ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις αναγνώρισης της ιδιότητας του πρόσφυγα.
Με τη συνδρομή της Νομικής Υπηρεσίας του ΕΣΠ, ο Α.Α. άσκησε όλα τα εθνικά ένδικα μέσα, επικαλούμενος μεταξύ άλλων κίνδυνο απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης στην Τουρκία και το Πακιστάν, σε περίπτωση επανεισδοχής του στην Τουρκία κατ’ εφαρμογή της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας.
Ωστόσο, καθώς τα εθνικά ένδικα μέσα δεν έχουν αυτόματο ανασταλτικό αποτέλεσμα και συνεπώς δεν αποτελούν «αποτελεσματικά ένδικα μέσα», σύμφωνα και με πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ο Α.Α., με τη συνδρομή της Νομικής Υπηρεσίας του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, κατέθεσε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, επικαλούμενος κίνδυνο παραβίασης της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε περίπτωση επιστροφής του στο Πακιστάν και στην Τουρκία (ως προς την Τουρκία: συνθήκες κράτησης κατά παράβαση του άρθρου 3 της Σύμβασης, μη πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου, μη προστασία από τη αρχή της μη επαναπροώθησης, στέρηση πρόσβασης σε δικηγόρο και σε έννομη προστασία, κίνδυνος επιστροφής στην χώρα καταγωγής του, το Πακιστάν).
Στο πλαίσιο της εξέτασης των ασφαλιστικών μέτρων, το ΕΔΔΑ αρχικά απηύθυνε ερωτήσεις προς την Ελληνική Κυβέρνηση, σχετικά με τον χρόνο εξέτασης και λήψης απόφασης επί των εθνικών ένδικων μέσων και με το εάν εκτιμήθηκε από τις αρμόδιες αρχές ο κίνδυνος, που επικαλείται ο προσφεύγων, σε περίπτωση επανεισδοχής στην Τουρκία. Σε συνέχεια της απάντησης της Κυβέρνησης και της σχετικής αλληλογραφίας με το Δικαστήριο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου χορήγησε τα αιτούμενα ασφαλιστικά μέτρα και ζήτησε από τις Ελληνικές Αρχές να απέχουν από κάθε ενέργεια απομάκρυνσης του προσφεύγοντα στην Τουρκία, μέχρι να εξεταστεί, από το αρμόδιο Δικαστήριο, η αίτηση του Πακιστανού πρόσφυγα περί αναστολής εκτέλεσης της απόφασης επανεισδοχής του στην Τουρκία, ενώ όρισε ότι η σχετική προσφυγή που θα κατατεθεί τις επόμενες ημέρες ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου από τη Νομική Υπηρεσία του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες θα εξεταστεί κατά προτεραιότητα.
Η υπόθεση αυτή έρχεται να προστεθεί σε άλλες δύο τουλάχιστον υποθέσεις, που εκκρεμούν ενώπιον του ΕΔΔΑ και αφορούν στην εφαρμογή της Δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας της 18-3-2016, επί των οποίων, στη μεν πρώτη περίπτωση χορηγήθηκαν ασφαλιστικά μέτρα που εμποδίζουν την απομάκρυνση από τη χώρα και στη δεύτερη ορίσθηκε η εξέτασή της κατά προτεραιότητα.
Με τις υποθέσεις αυτές :
-Καταδεικνύεται η ανάγκη θωράκισης, στην εσωτερική έννομη τάξη, του δικαιώματος σε αποτελεσματική ένδικη προστασία, καθώς και η υποχρέωση τήρησης και εφαρμογής των, προβλεπόμενων στο νόμο, ουσιαστικών και διαδικαστικών εγγυήσεων και προστασίας από την παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης, τόσο στο πλαίσιο εξέτασης αιτημάτων ασύλου όσο και στο πλαίσιο των διαδικασιών απέλασης/επιστροφής/επανεισδοχής.
-Τίθενται σοβαρά ζητήματα ως προς την υλοποίηση της Δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας, και τους κινδύνους σχετικά με την προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων των προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας.
Επισημαίνεται τέλος ότι η εφαρμογή της άνω Δήλωσης Αρχηγών Κρατών μελών ΕΕ και του Πρωθυπουργού της Τουρκίας (η οποία, σύμφωνα με το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχει συναφθεί από κανένα θεσμικό όργανο της ΕΕ και δεν έχει νομική δεσμευτικότητα για την ΕΕ και τα κράτη μέλη), δεν μπορεί να απαλλάξει τις ελληνικές αρχές από την υποχρέωσή τους να σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και να εφαρμόζουν το διεθνές, ενωσιακό και εθνικό δίκαιο.