Στις 11 Οκτωβρίου 2016 τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση σχέδιο νόμου για την «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων διεθνή προστασία (αναδιατύπωση, L180/96/29.6.2013)».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η σχετική Οδηγία έπρεπε να έχει ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο το αργότερο μέχρι τον Ιούλιο του 2015 και συνεπώς οι ελληνικές αρχές είναι ήδη εκπρόθεσμες ως προς την υποχρέωση ενσωμάτωσης της Οδηγίας αυτής.
Το σχέδιο νόμου δημοσιεύεται σε μια συγκυρία κατά την οποία μετά το κλείσιμο της λεγόμενης Βαλκανικής οδού, περί των 45000 νεοεισερχομένων παραμένουν στην ενδοχώρα, ενώ περίπου 15.000 νεοεισερχόμενοι παραμένουν εγκλωβισμένοι στα νησιά του βορειανατολικού Αιγαίου[1], εξαιτίας της εφαρμογής της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας, η οποία έχει πολλαπλώς τεκμηριωθεί ότι καθ’ εαυτή βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με το διεθνές δίκαιο για την προστασία των προσφύγων.
Σημειώνεται, ότι οι συνθήκες υποδοχής, τόσο για τους εγκλωβισμένους αιτούντες άσυλο στα νησιά, όσο και για όσους διαβιούν στην ενδοχώρα είναι ιδιαιτέρως προβληματικές. Πλήθος αξιόπιστων πηγών αναφέρονται σε απολύτως ακατάλληλες εγκαταστάσεις και μεταξύ άλλων επισημαίνουν
- τη δημιουργία κέντρων φιλοξενίας χωρίς να έχουν προηγηθεί μελέτες και σχεδιασμός θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία των διαμενόντων,
- την μη πρόσβαση ή την περιορισμένη πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες και αγαθά (λ.χ. πρωτοβάθμια περίθαλψη),
- την μη παροχή ή την περιορισμένη παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών σε πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, χωρίς αυτά να εντοπίζονται πάντα εγκαίρως.
- τις συνθήκες γενικευμένης ανασφάλειας που επικρατούν σε ορισμένα κέντρα όπου επικρατούν συνθήκες επικίνδυνες για τη σωματική ακεραιότητα των διαμενόντων [2].
- Τη μη λειτουργία του Εθνικού Μηχανισμού Αναφοράς Θυμάτων Εμπορίας Ανθρώπων που έχει συσταθεί με την ΚΥΑ 30840/2016 Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός πως σήμερα μόνο δύο ανοιχτές δομές φιλοξενίας αιτούντων άσυλο και συγκεκριμένα η ανοιχτή δομή φιλοξενίας του Ελαιώνα και της Λέρου (πρώην ΠΙΚΠΑ), έχουν συσταθεί βάσει υπουργικής απόφασης[3]. Όλες οι υπόλοιπες, επίσημες ή ανεπίσημες, λειτουργούν de facto και χωρίς να έχει προηγηθεί νομικά η ίδρυσή τους παρά την ύπαρξη νομικού πλαισίου στο αρ. 17 παρ. 9 του ν. 4375/2016
Το σχέδιο νόμου περιλαμβάνει ορισμένες ώριμες και αναγκαίες αλλαγές του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, οι οποίες μπορούν να σημειωθούν ως θετικά βήματα στη σωστή κατεύθυνση: πρόκειται για τη ρητή αναφορά στο σχέδιο νόμου ότι η υποχρέωση παροχής υλικών συνθηκών υποδοχής σε ανήλικους πολίτες τρίτων χωρών, δεν εξαρτάται από την υποβολή αιτήματος ασύλου[4], καθώς και για τη δυνατότητα πρόσβασης στην απασχόληση πριν την ολοκλήρωση της διαδικασίας καταγραφής της αίτησης ασύλου, σε περίπτωση που, λόγω έκτακτων συνθηκών που προκύπτουν από την μαζική εισροή αιτούντων, αυτή υπερβαίνει το διάστημα των τριών μηνών[5].
Ωστόσο, ενόψει της τρέχουσας δημόσιας διαβούλευσης το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες θα ήθελε να θέσει υπ’ όψιν των Αρχών τον προβληματισμό του σχετικά με τα ακόλουθα:
- Περιορισμός της ελευθερίας σε γεωγραφική περιοχή
Το άρθρο 6 παρ. 1 προβλέπει την δυνατότητα περιορισμού της ελευθερίας των αιτούντων άσυλο σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή με Απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου «για λόγους ταχείας επεξεργασίας και αποτελεσματικής παρακολούθησης του αιτήματος για παροχή διεθνούς προστασίας» ή με Απόφαση του Προϊσταμένου του Κλάδου Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων της Ελληνικής Αστυνομίας, «για λόγους δημόσιας τάξης». Υπενθυμίζεται ότι η ως άνω διάταξη εισάγεται σε μια συγκυρία που περισσότεροι από 15.000 νεοεισερχόμενοι πολίτες τρίτων χωρών παραμένουν υπό γεωγραφικό περιορισμό στα νησιά του Αιγαίου για διάστημα πλέον των έξι μηνών, σε συνθήκες ακατάλληλες και σε αβεβαιότητα σχετικά με το νομικό τους status, καθώς για την πλειονότητα των εγκλωβισμένων η διαδικασία ασύλου δεν έχει καν εκκινήσει ή ολοκληρωθεί παρά την πάροδο σημαντικού χρονικού διαστήματος.
Σχετικά με την προτεινόμενη διάταξη θα πρέπει να επισημανθεί ότι, δεδομένου ότι εισάγει περιορισμό δικαιώματος, ο οποίος μάλιστα αφορά στο δικαίωμα της προσωπικής ελευθερίας, θα πρέπει να συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις του Κράτους Δικαίου και ειδικότερα, θα πρέπει να επιβάλλεται κατόπιν ατομικής αξιολόγησης και αιτιολογημένης διοικητικής πράξης, να τηρεί την αρχή της αναλογικότητας, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, ότι δεν επιτρέπεται η επ’ αόριστον επιβολή περιορισμού δικαιώματος. Επίσης θα πρέπει να παρέχεται στα άτομα στα οποία έχει επιβληθεί η δυνατότητα αποτελεσματική δικαστικής προστασίας. Καμία από αυτές τις εγγυήσεις δεν προβλέπεται στην προτεινόμενη διάταξη, με αποτέλεσμα να απουσιάζουν οι αναγκαίες εγγυήσεις ενάντια σε ενδεχόμενη αυθαιρεσία.
Επιπλέον με αφορμή τα ανωτέρω, επισημαίνουμε ότι οι ελληνικές αρχές οφείλουν, προκειμένου να συμμορφωθούν προς το κεκτημένο του Συμβουλίου της Ευρώπης, να υπογράψουν και κυρώσουν άμεσα το 4ο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, το οποίο κατοχυρώνει μεταξύ άλλων την ελευθερία της κυκλοφορίας και επιτρέπει τον περιορισμό του μόνο εφόσον αυτοί είναι «σύμφωνοι με τον νόμο και αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία».
- Περιορισμοί στις υλικές συνθήκες υποδοχής
Το σχέδιο νόμου προβλέπει την υποχρέωση των αρμόδιων αρχών για παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής και υπηρεσιών στους αιτούντες άσυλο. Σειρά διατάξεων, ωστόσο, προβλέπουν τη δυνατότητα περιορισμού του δικαιώματος αυτού.
Πλέον των επιμέρους επιφυλάξεων σχετικά με τη σκοπιμότητα των προβλεπόμενων περιορισμών, υπογραμμίζουμε ότι όπως έχει ήδη αποφανθεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων το Άνθρωπου[6], λαμβάνοντας υπόψη ότι «
η υποχρέωση για προσφορά στέγης και αξιοπρεπών υλικών συνθηκών στους φτωχούς αιτούντες άσυλο σήμερα αποτελεί μέρος του θετικού ελληνικού δικαίου και βαρύνει τις ελληνικές αρχές σύμφωνα με τους όρους της ίδιας της εθνικής νομοθεσίας που έχει μεταφέρει το κοινοτικό δίκαιο
», η στέρηση των συνθηκών υποδοχής μπορεί να γεννήσει ένα ζήτημα υπό το πρίσμα του άρθρου 3 ΕΣΔΑ (απαγόρευση βασανιστηρίων, απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης). Συνεπώς και λαμβάνοντας υπόψη την θετική υποχρέωση των ελληνικών αρχών να παρέχουν συνθήκες υποδοχής στους αιτούντες άσυλο, κανένας περιορισμός δεν μπορεί να φτάνει στο σημείο να στερεί από τους αιτούντες άσυλο ένος
minimum
επίπεδου αξιοπρεπούς διαβίωσης, καθώς σε διαφορετική περίπτωση, εγείρονται ζητήματα νομιμότητας υπό το πρίσμα του άρθρου 3 ΕΣΔΑ.
Ως προς αυτούς καθαυτούς τους όρους για τον περιορισμό των συνθηκών υποδοχής επισημαίνουμε ότι αυτοί δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται
in
abstracto
, αλλά θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα επί μακρόν διαπιστωμένα προβλήματα που σχετίζονται με το ελληνικό σύστημα ασύλου και τις συνθήκες υποδοχής. Πιο συγκεκριμένα:
- η δυνατότητα περιορισμού ή ανάκλησης των συνθηκών υποδοχής προσώπου που καταθέτει μεταγενέστερο αίτημα ασύλου (Άρθρο 15 παρ. 1 γ’), οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις επί μακρόν διαπιστωμένες δομικές δυσλειτουργίες του ελληνικού συστήματος ασύλου –ιδιαίτερα του ισχύοντος υπό το ΠΔ114/2010-, που είχαν ως αποτέλεσμα τη στέρηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας ή την αδυναμία της ανανέωσης αυτού, χωρίς την εξέταση των σχετικών αιτημάτων στο πλαίσιο ενός δίκαιου και αποτελεσματικού συστήματος ασύλου. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η υποβολή μεταγενέστερης αίτησης ασύλου, σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν συνιστά καταχρηστική άσκηση δικαιώματος, αλλά μοναδική επιλογή για την πρόσβαση στην προστασία.
- η δυνατότητα περιορισμού ή ανάκλησης των συνθηκών υποδοχής σε περίπτωση μη υποβολής αιτήματος ασύλου σε εύλογο χρονικό διάστημα από την άφιξη του στην χώρα (άρθρο 15 παρ. 2), οφείλει να λαμβάνει υπόψη τα προβλήματα πρόσβασης στη διαδικασία ασύλου, όπως έχουν διαπιστωθεί και καταγραφεί[7]
- η δυνατότητα εξάρτησης των συνθηκών υποδοχής «από την πραγματική διαμονή των αιτούντων σε συγκεκριμένο τόπο» (άρθρο 6 παρ. 2) ή περιορισμού ή όλως εξαιρετικώς ανάκλησης των υλικών συνθηκών υποδοχής, σε περίπτωση που ο αιτών εγκαταλείψει τον τόπο διαμονής που του έχει καθοριστεί χωρίς να ενημερώσει ή χωρίς άδεια (Άρθρο 15 παρ. 1α’), δεν μπορεί να αξιολογηθεί χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι απολύτως ακατάλληλες συνθήκες που επικρατούν σε σημαντικό αριθμό δομών φιλοξενίας.
- Κράτηση αιτούντων άσυλο
Η σχετική διάταξη του σχεδίου νόμου ως προς την κράτηση των αιτούντων διεθνή προστασία παραπέμπει στο άρθρο 46 ν. 4375/2016. Ωστόσο, το άρθρο 46 ν. 4375/2016, δεν ενσωματώνει στο ελληνικό δίκαιο το σύνολο των σχετικών διατάξεων της Αναθεωρημένης Οδηγίας περί Υποδοχής (άρθρα 8 έως 11). Έτσι σημαντικές εγγυήσεις που περιλαμβάνονται στην Οδηγία περί Υποδοχής, δεν ενσωματώνονται στο ελληνικό δίκαιο, όπως ενδεικτικά:
-το δικαίωμα μελών της οικογένειας του κρατουμένου, νομικών σύμβουλων ή συνηγόρων και πρόσωπων που εκπροσωπούν συναφείς μη κυβερνητικές οργανώσεις να επικοινωνούν και να επισκέπτονται τον κρατούμενο αιτούντα σε συνθήκες που σέβονται τα δικαιώματα ιδιωτικού βίου (10 παρ. 4) ή
-το ‘πρωταρχικό μέλημα’ των αρχών ως προς την προστασία της υγείας, συμπεριλαμβανομένης της ψυχικής υγείας των κρατουμένων,
-το ‘πρωταρχικό μέλημα’ των αρχών ως προς τον σεβασμό του μείζονος συμφέροντος του ανήλικου.
Συνεπώς, η προτεινόμενη διάταξη του σχεδίου νόμου πέραν του ότι στερεί σημαντικές εγγυήσεις από τους κρατούμενους αιτούντες άσυλο, συνιστά επιπλέον και πλημμελή ενσωμάτωση της Αναθεωρημένης Οδηγίας Υποδοχής.
Επισημαίνεται, τέλος, ότι για ακόμη μια φορά οι ελληνικέ αρχές δεν καταργούν ρητά την δυνατότητα κράτησης παιδιών (συνοδευόμενων ή ασυνόδευτων), παρά το γεγονός, ότι όπως επανειλημμένα διαπιστώνουν διεθνείς και εθνικοί φορείς «
η κράτηση δεν μπορεί ποτέ να είναι προς το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. Ακόμη και υπό το πρόσχημα της ‘προστατευτικής κράτησης’ είναι απολύτως μη αποδεκτό τα παιδία να κρατούνται διοικητικά
[8]».
- Εκπαίδευση και Επαγγελματική κατάρτιση
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 10, η οποία καθιερώνει το δικαίωμα πρόσβασης στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, «
σχετική δημόσια εκπαίδευση μπορεί να παρέχεται και εντός των κέντρων φιλοξενία
».
Επισημαίνουμε ότι η παροχή εκπαίδευσης σε διαχωρισμένο και απομονωμένο σχολικό περιβάλλον εντός κέντρου φιλοξενίας, δυσχεραίνει την κοινωνική ένταξη των παιδιών και ενδέχεται να γεννήσει ζητήματα διακριτικής μεταχείρισης λόγω εθνικής προέλευσης, κατά παράβαση των υποχρεώσεων των ελληνικών αρχών. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει ήδη υπογραμμίσει «
τη σημασία της εγγραφής των παιδιών στα δημοτικά σχολεία, όχι μόνο για την απόκτηση γνώσεων, αλλά και για την ένταξη των παιδιών στην κοινωνία
»[9] και συνεπώς η σχετική πρόβλεψη του άρθρου 10 του σχεδίου νόμου είναι προβληματική από αυτήν την άποψη.
Επιπλέον, σε ότι αφορά στην πρόσβαση των ενηλίκων αιτούντων άσυλο στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, παρά την επί της αρχής κατοχύρωση της στο άρθρο 10 παρ.5 του σχεδίου νόμου, αυτή δεν φαίνεται να λαμβάνει υπόψη την ιδιαίτερη κατάσταση των αιτούντων άσυλο. Η πρόβλεψη ότι η πρόσβαση των ενηλίκων αιτούντων άσυλο στην εκπαίδευση λαμβάνει χώρα «
υπό προϋποθέσεις ανάλογες με αυτές που ισχύουν για τους ‘Έλληνες πολίτες
» δείχνει να μην λαμβάνει υπ’ όψιν, όπως κάνει ορθώς στην περίπτωση των ανηλίκων (άρθρο 10 παρ. 1), την αντικειμενική δυσκολία των αιτούντων άσυλο να προσκομίζουν τυχόν απαιτούμενα έγγραφα ταυτοπροσωπίας ή αποδεικτικά της μέχρι τώρα εκπαίδευσής τους.
Για τους ίδιους λόγους, και η διάταξη του άρθρου 12 του σχεδίου νόμου, η οποία προβλέπει την πρόσβαση στην επαγγελματική κατάρτιση «με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που προβλέπονται για τους Έλληνες πολίτες» είναι προβληματική καθώς δεν λαμβάνει υπόψη την αντικειμενική δυσκολία που δύνανται να αντιμετωπίσουν οι αιτούντες άσυλο στην προσκόμιση τυχόν απαιτούμενων εγγράφων ταυτοπροσωπίας ή αποδεικτικών της μέχρι τώρα εκπαίδευσης ή κατάρτισής τους.
- Πρόσωπα που ανήκουν σε «αιτούντες με ειδικές ανάγκες υποδοχής»
Στο άρθρο 2 εδάφιο (ια) περιλαμβάνεται ο ορισμός των «
αιτούντων με ειδικές ανάγκες υποδοχής
». Οι παραπάνω ορίζονται ως «
τα ευάλωτα άτομα που ανήκουν
» σε μια από τις κατηγορίες που απαριθμούνται περιοριστικά και όχι ενδεικτικά σε κατάλογο που ακολουθείΕξαιτίας δε της περιοριστικής απαρίθμησης των κατηγοριών αυτών, πρόσωπα που ενδέχεται να περιλαμβάνονατι σε ευάλωτες ομάδες και δεν πριλαμβάνονται σε αυτών των κατάλογο (π.χ. ΛΟΑΤ πρόσωπα), μπορούν να στερηθούν ειδικών συνθηκών υποδοχης βάσει των αναγκών τους.. Η ως άνω διατύπωση βρίσκεται σε αντίθεση προς τα άρθρα 2 και 22 της Οδηγίας περί Υποδοχής (Αναδιατύπωση), και ταυτόχρονα αντιφάσκει ως προς τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 16 του ίδιου του σχεδίου νόμου, όπου η σχετική αναφορά των προσώπων που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες είναι ενδεικτική[10] . Συνεπώς, η διάταξη θα πρέπει να αναδιατυπωθεί σε αυτήν την κατεύθυνση, αφενός διότι η προτεινόμενη διατύπωση συνιστά πλημμελή ενσωμάτωση της Οδηγίας περί Υποδοχής ως προς αυτό το σημείο και αφετέρου για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία των προσώπων που ενδεχομένως ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες και ως εκ τούτου χρήζουν ειδικών συνθηκών υποδοχής.
- Ασυνόδευτοι Ανήλικοι
Η λειτουργία ενός αποτελεσματικού συστήματος προστασίας των ασυνόδευτων ανηλίκων αποτελεί ένα διαχρονικά εξαιρετικά προβληματικό ζήτημα, για το οποίο μεταξύ άλλων οι ελληνικές αρχές ελέγχονται από τα όργανα του Συμβουλίου της Ευρώπης[11]. Η διάταξη του άρθρου 18 δεν επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις σε ό, τι αφορά το υφιστάμενο πλαίσιο για τους ασυνόδευτων ανηλίκων και υπό αυτήν την έννοια το σχέδιο νόμου δεν επιλύει κομβικά ζητήματα που αφορούν στην προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων (π.χ. σύστημα αποτελεσματικής επιτροπείας).
Η απουσία αποτελεσματικού συστήματος επιτροπείας και ο ορισμός εκ του νόμου, σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα ισχύοντα (ΠΔ 220/2007), ως προσωρινού επιτρόπου του Εισαγγελέα Ανήλικων ή του κατά τόπον αρμόδιου Εισαγγελέα, έχει στο παρελθόν επικριθεί ως απολύτως αναποτελεσματικό στην πράξη[12]. Με τη διάταξη του άρθρου 18, απαλείφεται το σχετικό χωρίο της προϊσχύουσας νομοθεσίας «
οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τον Εισαγγελέα Ανηλίκων και, όπου δεν υπάρχει, τον κατά τόπον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών, ο οποίος ενεργεί ως προσωρινός επίτροπος και προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες για το διορισμό επιτρόπου του ανηλίκου
» (άρθρο 17 ΠΔ 220/2007), σύμφωνα με την οποία ιδρυόταν η αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Ανηλίκων ως προσωρινού Επιτρόπου και η εξ αυτής νομιμοποίηση για τον διορισμό επιτρόπου του ανηλίκου, και την αντικαθιστούν με την διατύπωση «
το τελευταίο
(σημ. Τμήμα Πρόνοιας Ευπαθών Ομάδων, Προσφύγων – Αιτούντων Άσυλο της Γενικής Διεύθυνσης Πρόνοιας)
προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες για τον διορισμό επιτρόπου μέσω του καθ’ ύλην αρμόδιου Εισαγγελέα Ανηλίκων
».
Ωστόσο, η προτεινόμενη διάταξη όχι μόνο δεν επιλύει τα κρίσιμα ζητήματα προστασία που καταγράφονται εξαιτίας της απουσίας αποτελεσματικού συστήματος επιτροπείας, αλλά η απαλοιφή του σχετικού χωρίου, στο οποίο προβλεπόταν εκ του νόμου ότι αρμόδιος Εισαγγελέας ενεργεί ως προσωρινός Επίτροπος, καθιστά αδύνατη την υλοποίηση οιασδήποτε πράξης εξ ονόματος του ασυνόδευτου ανηλίκου για όσο διάστημα εκκρεμεί ο διορισμός μόνιμου επιτρόπου, όπως π.χ. η κατάθεση αιτήματος ασύλου ασυνόδευτου κάτω των 14 ετών.
Τέλος, το σχέδιο νόμου δημιουργεί ζητήματα αρμοδιότητας μεταξύ των υπηρεσιών του Ελληνικού Δημοσίου με ευθύνη τα ζητήματα ασυνόδευτων ανηλίκων, με συνέπειες για την αποτελεσματική προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων.
Συγκεκριμένα και παρά το γεγονός ότι ήδη με το άρθρο 80 παρ. 22 ν. 4375/2016, από 1.9.2016 οι αρμοδιότητες του Τμήμα Προστασίας Ευπαθών Ομάδων, Προσφύγων-Αιτούντων Άσυλο της Γενικής Διεύθυνσης Πρόνοιας του Υπουργείου Εργασίας ως προς το σκέλος που αφορά μεταξύ άλλων τους ασυνόδευτους ανηλίκους, έχουν καταργηθεί και έχουν ανατεθεί στην Διεύθυνσης Υποδοχής της Γενικής Γραμματείας Υποδοχής του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, όπως επίσης και το σύνολο του προσωπικού του Τμήματος αυτού έχει αποσπαστεί υποχρεωτικά στην Διεύθυνση Υποδοχής (άρθρο 80 παρ. 24 ν. 4375/2016), το άρθρο 2 ιδ) του σχεδίου νόμου ορίζει εκ νέου ως αρμόδια αρχή για την προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων τις «
υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Πρόνοιας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
», ενώ σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 1, το Τμήμα Προστασίας Ευπαθών Ομάδων, Προσφύγων-Αιτούντων Άσυλο της Γενικής Διεύθυνσης Πρόνοιας ορίζεται ως η αρμόδια αρχή η οποία ενημερώνεται για την άφιξη ή την παρουσία ασυνόδευτου ανηλίκου και προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για το διορισμό Επιτρόπου. Συνεπώς, η συγκεκριμένη διάταξη του σχεδίου νόμου, εάν δεν οφείλεται σε αβλεψία, δημιουργεί σοβαρά ζητήματα κατακερματισμού και αποτελεσματικής λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης και ασάφειας ως προς την αρμόδια αρχή, με επιπτώσεις στην προστασία των ασυνόδευτων.
[1] UNHCR, Europe Refugee Emergency Daily map indicating capacity and occupancy (Governmental figures) As of 13 October 2016, available at: http://data.unhcr.org/mediterranean/country.php?id=83
[2] Βλ. ενδεικτικά: Medicine Sans Frontiers,MsF EU Migration Activities, June 2016, CRISIS INFO # 15: MSF EUROPEAN MIGRATION – 17 June 2016, https://lakareutangranser.se/sites/default/files/crisis_info_15.pdf; Διεθνής Αμνηστία, «ΈχουμεΧάσειΚάθεΕλπίδα», 22 Σεπτέμβριου 2016, https://www.amnesty.gr/sites/default/files/pdf/ehoyme_hasei_kathe_elpida_diethnis_amnistia.pdf; The Guardian, Mark Tawnsend,Protests grow as Greece moves refugees to warehouses ‘not fit for animals’, 28 May 2016, https://www.theguardian.com/world/2016/may/28/greece-refugee-warehouses-not-fit-for-animals; Γιατροί Χωρίς Σύνορα, ‘Στην Ελλάδα του 2016: Οι Ευάλωτοι Άνθρωποι Μένουν Πίσω’, Οκτώβριος 2016, https://www.msf.gr/sites/default/files/102016_report_vulnerable_people_left_behind_gr_low_res.pdf; Μedicine Sans Frontiers / Save the Children/ Praksis, The situation of unaccompanied children in Greece, 14/10/2016, https://www.msf.gr/sites/default/files/msfpublications//the_situation_of_unaccompanied_children_in_greece_en.pdf; ΚΕΕΛΠΝΟ, Γνωμάτευση για την Κατάσταση των Κέντρων Φιλοξενίας Προσφύγων από την οπτική της Δημόσιας Υγείας, 21 Ιουλίου 2016, http://www.keelpno.gr/Portals/0/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%B1/%CE%9D%CE%AD%CE%B1%20-%20%CE%91%CE%BD%CE%B1%CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CF%8E%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82/2016/%CE%93%CE%BD%CF%89%CE%BC%CE%AC%CF%84%CE%B5%CF%85%CF%83%CE%B7%20%CE%9A%CE%AD%CE%BD%CF%84%CF%81%CF%89%CE%BD%20%CE%A6%CE%B9%CE%BB%CE%BF%CE%BE%CE%B5%CE%BD%CE%AF%CE%B1%CF%82_21-7-2016.pdf.
[3] ΚΥΑ 3/5262 (ΦΕΚ Β’ 2065/18.09.2015), «Σύσταση Ανοιχτής Δομής Φιλοξενίας αιτούντων άσυλο, ευάλωτων ομάδων πολιτών τρίτων χωρών στον Ελαιώνα Αττικής» και ΚΥΑ 4Δ/8484 (ΦΕΚ 2177/13.7.2016), «Σύσταση ανοιχτής Δομής Προσωρινής Υποδοχής Αιτούντων Διεθνή Προστασία στη νήσο Λέρο».
[4] Άρθρο 13, παρ. 1.
[5] Άρθρο 11, παρ. 2.
[6] ΕΔΔΑ,M.S.S. κατά Βελγίου και Ελλάδας, αριθμ. προσφ. 30696/09, 21.01.2011; ; Στην συγκεκριμένη περίπτωση το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 3 ΕΣΔΑ, καθότι θεώρησε ότι οι ελληνικές αρχές «δεν έλαβαν δεόντως υπόψη την ευαισθησία του προσφεύγοντα ως αιτούντα άσυλο και πρέπει να θεωρηθούν υπεύθυνες, λόγω της παθητικότητάς τους, για τις συνθήκες στις οποίες βρέθηκε για μήνες, ζώντας στον δρόμο, χωρίς πόρους, χωρίς πρόσβαση σε τουαλέτες, χωρίς να έχει κανένα μέσο για να καλύψει τις βασικές ανάγκες λόγω των συνθηκών διαβίωσης του προσφεύγοντα», και συνακολούθως ο προσφεύγων υπήρξε θύμα εξευτελιστικής μεταχείρισης.
[7] Βλ. GCR Press Release (in Greek), “Lack of access to the asylum procedure”, 19 April 2016, http://gcr.gr/index.php/en/news/press-releases-announcements/item/554-adynamia-prosvasis-sto-asylo, GCR Submission on the execution of ECtHR judgment on the case MSS v. Belgium and Greece – May 2016, available: http://gcr.gr/index.php/en/publications-media/2015-07-06-10-08-36/item/568-ekthesi-esp-sto-plaisio-ektelesis-tis-apofasis-tou-edda-stin-ypothesi-mss-kata-velgiou-kai-elladas-maios-2016
[8] United Nations, Human Rights, Office of the High Commissioner, UN Special Rapporteur on the human rights of migrants concludes his follow up country visit to Greece, 17.5.2016, http://www.ohchr.org/EN/NewsEvents/Pages/DisplayNews.aspx?NewsID=19972&LangID=E#sthash.U tAn6Vjd.dpuf
[9] ΕΔΔΑ,Σαμπάνης κατά Ελλάδας, αριθμ. προσφυγής 32526/05, 05.06.2008, παρ. 66.
[10] Άρθρο 16 παρ. 1 «[…] οι αρμόδιες Αρχές υποδοχής και φιλοξενίας λαμβάνουν υπόψη τους την ειδική κατάσταση των ευάλωτων προσώπων,όπως, οι ανήλικοι, οι ασυνόδευτοι ανήλικοι, τα άτομα με αναπηρία ή ανίατη ή σοβαρή ασθένεια, οι ηλικιωμένοι, οι γυναίκες σε κύηση ή λοχεία, οι μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα τέκνα, τα θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλης σοβαρής μορφής ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης, πρόσωπα με σύνδρομο μετατραυματικής διαταραχής, ιδίως επιζήσαντες και συγγενείς θυμάτων ναυαγίων και τα θύματα εμπορίας ανθρώπων».
[11] Βλ. τις αποφάσεις της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την εκτέλεση της ομάδας αποφάσεων του ΕΔΔΑ,Rahimiκατά Ελλάδας, αριθμ. προσφυγής 8687/08, 05.07.2011 καιM.S.S. κατά Βελγίου και Ελλάδας, αριθμ. προσφ. 30696/09, 21.01.2011.
[12] Ενδεικτικά Report of the fact-finding mission by Ambassador Tomáš Boček special representative of the Secretary General of the Council of Europe on migration and refugees to Greece and “the former
Yugoslav Republic of Macedonia”, 7-11 March 2016, SG/Inf(2016)18, 26 April 2016,
https://search.coe.int/cm/Pages/result_details.aspx?ObjectId=0900001680648495.