Search

Ολοκληρώθηκε με επιτυχία η διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε η πρωτοβουλία ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ

Ολοκληρώθηκε με επιτυχία χθες, Δευτέρα, 18 Μαΐου, η διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε η πρωτοβουλία ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ με τίτλο:

Προσφυγικό και πανδημία: η αυτοεκπληρούμενη προφητεία της “υγειονομικής βόμβας”;

με την συμμετοχή εκπροσώπων θεσμών και οργανώσεων, μεταξύ των οποίων και ο Πρόεδρος του ΔΣ του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, Βασίλης Παπαδόπουλος.

Τη συζήτηση, που εξέταζε το ρόλο της πανδημίας στις εξελίξεις οι οποίες λαμβάνουν χώρα στο πεδίο του προσφυγικού αλλά και τις νέες κανονικότητες που δημιουργούνται ως συνέπεια των μέτρων και των πολιτικών που επιβλήθηκαν και στον προσφυγικό πληθυσμό, συντόνιζε ο καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Δημήτρης Χριστόπουλος. Συνομιλητές στη συζήτηση ήταν o Philip LeClerc, Επικεφαλής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, ο Απόστολος Βεΐζης, διευθυντής προγραμμάτων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, ο Βασίλης Παπαδόπουλος, Πρόεδρος του ΔΣ του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, ο Δημοσθένης Παπαδάτος, υπ. δρ. Πολιτικής Υγείας στο ΑΠΘ, η Χρύσα Χατζή, ειδική επιστήμονας στο Συνήγορο του Πολίτη και η Ζαχαρούλα Τσιριγώτη, αντιστράτηγος εν αποστρατεία της ΕΛ. ΑΣ.

Στις τοποθετήσεις και τις δευτερολογίες τους, οι συμμετέχοντες κινήθηκαν γύρω από δύο βασικούς θεματικούς άξονες: πώς αλλάζει η πανδημία τα δεδομένα για τους πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο, με το υγειονομικό πρωτόκολλο που εφαρμόστηκε και εφαρμόζεται στους τόπους υποδοχής και φιλοξενίας, αλλά και εάν συλλογικά αποδεχόμαστε ότι η πανδημία είναι ένας καθολικός κίνδυνος που δεν πρέπει να δημιουργεί διακρίσεις—και εάν δεν αποδεχόμαστε αυτό το γεγονός, ποιες οι συνέπειες;

Στην εισήγησή του, ο Απόστολος Βεΐζης, διευθυντής προγραμμάτων των MSF (Γιατρών Χωρίς Σύνορα), έκανε μια εναργή και συνοπτική περιγραφή της κατάστασης της υγείας του προσφυγικού πληθυσμού, ιδιαίτερα στα νησιά, υπενθυμίζοντας τις τραγικές συνθήκες των ανθρώπων στη Μόρια της Λέσβου και αλλού (μηδαμινή πρόσβαση σε βασικά αγαθά, περιορισμός κίνησης με καταλυτικές συνέπειες στη σωματική και ψυχική υγεία των ανθρώπων, αύξηση κάθε μορφής βίας αλλά και μέτρα που εν τέλει δεν έχουν κανένα απολύτως υγειονομικό χαρακτήρα), ενώ η μετακίνηση μόνο 1.400 ανθρώπων από τα νησιά έως τώρα κρίνεται ουσιαστικά ανεπαρκής.

Ταυτόχρονα, επεσήμανε το γεγονός ότι στα νησιά οι άνθρωποι ζουν μια συνεχιζόμενη κρίση εδώ και χρόνια, και όχι μόνο κατά την παρούσα συγκυρία της πανδημίας, διευκρινίζοντας ότι τα προβλήματα υγείας των προσφύγων δεν δημιουργούνται από τους ίδιους αλλά από την απουσία σχεδιασμού της ελληνικής Πολιτείας.

Ο Philip LeClerc, επικεφαλής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, ανέφερε ότι ο χρόνος έχει μείζονα σημασία για την αποσυμφόρηση των νησιών, ώστε οι άνθρωποι να μεταφερθούν από τα camps το γρηγορότερο σε αξιοπρεπείς συνθήκες, και να αυξηθεί η χωρητικότητα των χώρων υποδοχής, ιδίως στην ενδοχώρα. Σημαντικός επίσης, είπε ο κύριος LeClerc, αναδεικνύεται ο ρόλος που θα διαδραματίσει η τοπική αυτοδιοίκηση, οι δήμαρχοι και οι τοπικές κοινωνίες στην ένταξη των προσφύγων στην Ελλάδα, αποτινάσσοντας το στίγμα από πάνω τους και ξεκαθαρίζοντας ότι δεν αποτελούν απειλή.

Με τη σειρά του, ο Πρόεδρος του ΕΣΠ Βασίλης Παπαδόπουλος, διατύπωσε τη θέση ότι, όταν με το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας έκλεισαν τα σύνορα στον Έβρο, η αναστολή του ασύλου σήμανε και την αναστολή της συνθήκης της Γενεύης, ενώ, -παραδόξως- ευτυχώς, με το ξέσπασμα της κρίσης του κορονοϊού σταμάτησαν οι επιστροφές στην Τουρκία. Επιπλέον, σε σχέση με αυτό, ξεκαθάρισε ότι ξεκίνησαν και πάλι να καταγράφονται όσοι αιτούντες άσυλο είχαν έρθει στη χώρα τον Μάρτιο, ενώ η καραντίνα που επιβλήθηκε στα νησιά, στην πραγματικότητα ήταν περιορισμός με σκοπό την παραμονή των ανθρώπων εκεί, τουλάχιστον μέχρι τις 21 Μαΐου, με ενδεχόμενη παράταση. Τέλος, επισήμανε ότι το μεγάλο πρόβλημα που αναδύεται και μετά την πανδημία είναι πάλι η επιλογή των χώρων για την δημιουργία δομών φιλοξενίας, κατά κανόνα μακριά από κατοικημένες περιοχές και σε ακατάλληλες τοποθεσίες, που δεν επιτρέπουν την επαφή των προσφύγων με τους ντόπιους πληθυσμούς, δημιουργώντας έτσι την αίσθηση δυστοπικών γεωγραφιών.

Από την άλλη, ο πολιτικός επιστήμονας Δημοσθένης Παπαδάτος, ανέλυσε δεδομένα που προκύπτουν από έρευνα την οποία διεξήγαγε πρόσφατα το ΚΕΠΥ (Κέντρο Έρευνας & Εκπαίδευσης στην Δημόσια Υγεία, την Πολιτική Υγείας και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας), αναφορικά με τις συστάσεις που έγιναν στο κράτος από θεσμούς όπως η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες ή ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κατά την περίοδο του κορονοϊού, και οι οποίες εν πολλοίς αγνοήθηκαν, καθώς δεν ήταν εξ αρχής, βέβαια, δεσμευτικές. Ταυτόχρονα, ο κύριος Παπαδάτος ανέφερε ότι παρατηρήθηκε μια εργαλειοποίηση του προσφυγικού ζητήματος στο δημόσιο λόγο, κάτι που δεν προωθεί την ομαλή και συνολική αντιμετώπισή του και διατυπώσε το ερώτημα αν η ενίσχυση της πολιτικής προστασίας επιχειρεί να υποκαταστήσει την κοινωνική προστασία, εις βάρος όλων.

Η Ζαχαρούλα Τσιριγώτη, μιλώντας με την πείρα της συμμετοχής της σε πολλές επιχειρήσεις της ΕΛ.ΑΣ από τα πρώτα χρόνια της όξυνσης της προσφυγικής κρίσης έως πρόσφατα, ανέφερε ότι η ΕΛ.ΑΣ αλλά και ο ΕΟΔΥ έχουν διαχειριστεί έως τώρα την κρίση της πανδημίας με σαφείς οδηγίες και οργανωμένη δράση, ενώ κατέρριψε μια σειρά από αφηγήματα σχετικά με τους πρόσφυγες που κατά τη γνώμη της κυριαρχούσαν έως προ τινός στο δημόσιο πεδίο αλλά, ευτυχώς, αυτή τη περίοδο έχουν αρχίσει επιτέλους να υποχωρούν.

Τέλος, εκ μέρους του Συνηγόρου του Πολίτη, η Χρύσα Χατζή, επισήμανε ότι η κρίση του κορονοϊού δεν είναι απλώς μια ευκαιρία για παρέμβαση, αλλά ακόμα μια στιγμή συνειδητοποίησης της καθολικότητας του κινδύνου που αφορά τόσο τους πρόσφυγες όσο και τους Έλληνες, και ως τέτοια δεν θα μπορούσε παρά να επισύρει ακόμα πιο επιτακτικά την ανάγκη πρόληψης και προστασίας. Τίθεται όμως πιεστικά το ερώτημα: υπήρξε ισότιμη μεταχείριση απέναντι στον γενικό και τον προσφυγικό πληθυσμό με αφορμή την κρίση της πανδημίας; Και αν η απάντηση είναι όχι, η αντιμετώπιση οφείλει να είναι η ισονομία, με πρόσβαση στις βασικές υπηρεσίες για όλους, και η αποφυγή της διγλωσσίας εκ μέρους της Πολιτείας.

Για περισσότερες πληροφορίες παρακαλούμε επικοινωνήστε με:

Δανάη Λειβαδά

Υπεύθυνη Επικοινωνίας

Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες

E-mail: d.leivada@gcr.gr

el
E-mail: gcr1@gcr.gr
Τηλέφωνο: +30 231 0250045 ,+30 2311 821677
Μετάβαση στο περιεχόμενο